“Σεξιστικός λόγος για τελευταία φορά;”

Μαρία Μουρτζάκη -Υπεύθυνη Έρευνας και Θεσμικής Πίεσης

Πολλές φορές το μόνο που χρειάζεται για να χαράξει κανείς όρια και να φωτίσει τις περιοχές μεταξύ σοβαρού και αστείου είναι να θέλει να δει τα όσα συμβαίνουν στην πραγματική τους διάσταση. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιες περιπτώσεις που τα πράγματα είναι τόσο ξεκάθαρα που όταν τα όρια ξεπερνιούνται, και μάλιστα όχι μόνο για μία και μοναδική φορά, η πρόθεση παράβλεψής τους είναι σαφής και δεδομένη.

Με αφορμή τον εμπαιγμό της 20χρονης φοιτήτριας που δέχτηκε σεξουαλική παρενόχληση στη βιβλιοθήκη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου από τηλεοπτικό πάνελ, αξίζει να μιλήσουμε ξανά για το ρόλο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ) σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα και ιδίως σε ό,τι έχει να κάνει με το σεβασμό προς τους άλλους. Διαπιστώσαμε και πάλι πως ο δημόσιος λόγος που προβάλλεται μέσα από την τηλεόραση και τα υπόλοιπα μέσα είναι ως επί το πλείστον  μισαλλόδοξος και αρνητικά φορτισμένος προς πάσα κατεύθυνση.

Τα αποτελέσματα πολλών ερευνών καταγράφουν τη χαμηλή εμπιστοσύνη που έχει το κοινό προς τα ΜΜΕ. Η επανάληψη συμβάντων, όπως αυτό που περιγράφεται παραπάνω και έλαβε χώρα στην εκπομπή της μεσημεριανής ζώνης τηλεοπτικού σταθμού πανελλήνιας εμβέλειας την περασμένη εβδομάδα, αποδεικνύουν ότι όταν θίγονται τα κακώς κείμενα, το ζήτημα παύει να είναι προσωπικό. Η αυστηρότητα της όποιας κριτικής δεν εξαντλείται σε μία μόνο τηλεοπτική παρουσία, αλλά σε μια ολόκληρη δομή που –έστω και σιωπηρά, αλλά απόλυτα ηχηρά- υποστηρίζει ένα δημόσιο λόγο που είναι σεξιστικός και μισογυνικός και αναπαράγει την κουλτούρα του βιασμού και της σεξουαλικής παρενόχλησης ως αστεία κανονικότητα. Η συζήτηση για τη συναίνεση και το πώς ορίζει το έγκλημα του βιασμού στον Ποινικό Κώδικα κυριάρχησε μέσα στο καλοκαίρι, αλλά φαίνεται πως πολλοί από τους προβληματισμούς που εκφράστηκαν τότε ήταν μόνο επιφανειακοί. Όχι, δεν είναι ένα απλό λάθος το να διακωμωδείς μια σεξουαλική επίθεση. Όχι, δεν ειπώθηκε κατά λάθος ότι οι μετανάστριες μπαίνουν σε βάρκες ούσες έγκυες χωρίς να νοιάζονται για τίποτα. Όχι, δεν ήταν πλάκα ότι ο ίδιος παρουσιαστής που διακωμώδησε τη σεξουαλική παρενόχληση της φοιτήτριας αποκάλεσε πριν κάποιες εβδομάδες “φάλαινα” παίκτρια δημοφιλούς τηλεπαιχνιδιού. Όλα αυτά είναι μέρος του προβλήματος στο οποίο επιδεικτικά κλείνουμε τα μάτια. Στα πόσα “λάθη”, λοιπόν, θα θελήσουμε να δούμε το πρόβλημα, όπως ακριβώς είναι και όχι ως κάτι που έγινε “για τελευταία φορά”;

Η μόνη λύση έρχεται πάντα μέσω της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες της, αλλά και μετέπειτα σε όλες τις στάσεις της επαγγελματικής ζωής. Το να θέλουμε να έχουμε τα καλύτερα δυνατά ΜΜΕ που μπορούμε είναι μείζον δημοκρατικό αίτημα. Άλλωστε, η σωστή ενημέρωση που δεν αναπαράγει – μεταξύ άλλων- χυδαία στερεότυπα, συμβάλλει στη διαμόρφωση ενεργών και υπεύθυνων πολιτών. Η μαζική και άμεση ανταπόκριση πολιτών και οργανωμένων φορέων στην υποβάθμιση της σημασίας της σεξουαλικής επίθεσης που δέχτηκε η φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη - λόγο που αξίζει να θυμόμαστε πως ωθεί πολλές επιζήσασες επιθέσεων να μην καταγγέλλουν τις επιθέσεις που δέχονται- πρέπει να ληφθεί από τις αρχές και τους αρμόδιους φορείς ως σαφές μήνυμα. Σε τέτοια περιστατικά θα πρέπει να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα, όπως προβλέπονται από τη νομοθεσία, ενώ η εκπαίδευση των δημοσιογράφων σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων επιβάλλεται να είναι στρατηγική προτεραιότητα για ένα δημοκρατικό κράτος που πράγματι θέλει να είναι δημοκρατικό.