Πάμε πάλι από την αρχή για την εξάλειψη της έμφυλης βίας

Αποστόλης Τζιόλας - Eθελοντής EUAid για διαφυλετικά θέματα

Τον τελευταίο ένα χρόνο το φαινόμενο της έμφυλης βίας ήρθε ξανά στην επιφάνεια στην χώρα μας. Η μακρά περίοδος εγκλεισμού και κοινωνικής απομόνωσης που έφερε η καραντίνα είχε ως απόρροια, μεταξύ άλλων, και την αύξηση των καταγγελιών για περιστατικά έμφυλης βίας (με σημαντικό ποσοστό να είναι περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας) στην εθνική γραμμή SOS 15900. Επίσης, το κίνημα #metoo που ξεκίνησε στην Ελλάδα η πρώην Ολυμπιονίκης Σοφία Μπεκατώρου (δίνοντας έτσι το έναυσμα σε πολλές γυναίκες, από διάφορους χώρους, να εξωτερικεύσουν τα δικά τους περιστατικά παρενόχλησης και κακοποίησης) ήρθε να μας υπενθυμίσει ξανά την απτή πραγματικότητα: η βία κατά των γυναικών δεν κάνει διακρίσεις. Υπάρχει σε διπλανά διαμερίσματα, στον χώρο εργασίας ή σε χώρους άθλησης. Συναντάται από τις πιο φτωχές γειτονιές μέχρι τις πιο εύπορες, χωρίς να λογαριάζει έθνη και φυλές, ούτε και μορφωτικό επίπεδο.

Και μπορεί με μία πρώτη ματιά τα περιστατικά έμφυλης βίας που γνώρισαν αύξηση εν μέσω της καραντίνας και το ελληνικό #metoo να δείχνουν ότι δεν συνδέονται μεταξύ τους, έχουν όμως ως κοινό συντελεστή τις έμφυλες στερεοτυπικές αντιλήψεις, βαθιά ριζωμένες στο κοινωνικό σύνολο. Αντιλήψεις που με θρασύτητα αποδίδουν στα  ίδια τα θύματα το φταίξιμο, γιατί «μίλησαν μετά από τόσο καιρό», «το ήθελαν και αυτές» ή «όλο και κάτι θα έκαναν και θα προκάλεσαν». Μία νοοτροπία που συντηρεί και καλλιεργεί στο θύμα το αίσθημα της ενοχής ότι η ίδια έφταιξε και  της ντροπής, μήπως στιγματιστεί κοινωνικά εάν μιλήσει. 

Ο αγώνας για να συνδιαμορφώσουμε μία ίση και δίκαιη κοινωνία πρέπει να είναι πολύπλερος, διαρκής και καθημερινός. Οι πιο αυστηρές επιβολές ποινών στους θύτες, η ενίσχυση του νομοθετικού πλαισίου για τη σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, η άμεση και αδιαμεσολάβητη συμμετοχή των γυναικών στον δημόσιο λόγο για θέματα που αφορούν προσωπικές τους εμπειρίες, όλα είναι βήματα για να φτιάξουμε έναν κόσμο ασφαλέστερο και με λιγότερες διακρίσεις.

Καίριο ρόλο στην αντιμετώπιση πολλών περιστατικών έμφυλης βίας έχουν αμφότερες η αστυνομική και η δικαστική εξουσία. Παρόλο που το θεσμικό πλαίσιο για αυτές τις περιπτώσεις υφίσταται, η εφαρμογή του θα πρέπει να είναι πιο αποτελεσματική, έχοντας ως προαπαιτούμενο τη στελέχωσή αστυνομίας και δικαστηρίων από εκπαιδευμένο προσωπικό, προκειμένου να δημιουργηθεί το αίσθημα ασφάλειας σε μια γυναίκα για να καταθέσει την προσωπική της εμπειρία, όχι να την αποθαρρύνει και να την επανατραυματίζει.  

Εκτός από τους θεσμούς και την εκπαίδευση όσων τους περιβάλλουν, το ζήτημα επιβάλλεται να έρθει στην επιφάνεια και στις καθημερινές συζητήσεις σε κάθε νοικοκυριό όπως και σε κάθε σχολείο, είτε μέσω της τυπικής, είτε της μη τυπικής εκπαίδευσης. Οι τωρινές γενιές να επαναπροσδιορίσουν τη θέση τους για την ισότητα των φύλων και οι επόμενες γενιές να μεγαλώσουν «μπολιασμένες» με τις αξίες της ισότητας και του σεβασμού στον τρόπο που σκέφτονται και δρουν.

Και αυτό πρέπει να είναι το δικό μας σημείο εκκίνησης, από εκεί να γίνει η αρχή, ώστε μέσω της εκπαίδευσης να κατανοήσουμε ότι οι διακρίσεις με βάση το φύλο και κυρίως η βία κατά των γυναικών, με όποια μορφή και αν εκδηλώνεται, υφίστανται και πρέπει να τις καταδικάσουμε. Από εμάς εξαρτάται να δημιουργήσουμε μία κουλτούρα κοινωνικής παρέμβασης, να διασφαλίσουμε ότι η κοινωνία όχι μόνο δεν θα σιωπήσει ποτέ ξανά μπροστά σε κάποιο περιστατικό έμφυλης βίας, αλλά θα είναι δίπλα στα θύματα, στεκόμενη αλλελέγγυα στην πράξη.

Η έμφυλη βία συμβαίνει παντού και σε καθημερινή βάση. Και τέτοιος πρέπει να είναι και ο αγώνας για την εξάλειψή της. Δεν μπορούμε να μείνουμε αδρανείς, γιατί είναι υπόθεση όλων μας. Για ένα κόσμο πιο δίκαιο.