Η βία της διπλανής πόρτας

Μαρία Μουρτζάκη -Υπεύθυνη Έρευνας και Θεσμικής Πίεσης

Μια φορά κι ένα καιρό σε μια ηλιόλουστη χώρα της Ευρώπης τα κορίτσια μεγάλωναν περιμένοντας τον πρίγκιπα του παραμυθιού. Οι γονείς τους, που με τη σειρά τους είχαν μεγαλώσει με τις ίδιες ιδέες από τους δικούς τους γονείς, τους έλεγαν ότι πρέπει να είναι όσο πιο καλές, όμορφες και έξυπνες μπορούν για να βρουν ένα καλό παιδί και να κάνουν οικογένεια. Τα αγόρια μεγάλωναν με σκοπό να είναι άντρες, δηλαδή αρρενωποί και σκληροί, και να βρουν ένα κορίτσι για σπίτι. Πολλά καλά παιδιά παντρεύτηκαν με κορίτσια για σπίτι για να ζήσουν το όνειρο. Μέχρι που κάποια στιγμή οι πόρτες των σπιτιών έκλειναν. Κάποιοι και κάποιες όντως έζησαν καλά. Αλλά δεν ήταν αυτό το τέλος της ιστορίας για όλες και όλους.

Πολλά καλά παιδιά χτύπησαν μέχρι θανάτου τα κορίτσια για σπίτι που παντρεύτηκαν αφού είχαν δημιουργήσει ασφυκτικά οικογενειακά περιβάλλοντα. Σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις οι φίλοι, οι γνωστοί, η οικογένεια, η γειτονιά έλεγαν πόσο όμορφα είναι αυτά τα ζευγάρια που δεν πάνε πουθενά χώρια. Πόσο τυχερό είναι το κορίτσι που το καλό παιδί την έχει βασίλισσα και δεν την αφήνει να δουλεύει. Γιατί, άλλωστε, να θέλει μια γυναίκα να δουλεύει; Θα κάνει και τα κόλπα της και θα έχει του χεριού της το καλό παιδί. Θα κάνουν και δύο παιδιά τουλάχιστον γιατί ένα ίσον κανένα. Και αν τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά με το καλό παιδί, τι να κάνουμε; Άντρας είναι. Και θα φωνάξει και θα σηκώσει χέρι, αλλά το κορίτσι για σπίτι πρέπει να μείνει να παλέψει για τα παιδιά της. Αλλιώς, αν θελήσει να φύγει, θα αποδείξει για ακόμη μια φορά ότι οι σημερινές γυναίκες έχουν ξεφύγει. Και αν θα φύγει από το καλό παιδί πού θα πάει; Θα αναγκάζεται να δουλεύει και θα έχει το αφεντικό να της βάζει χέρι χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτα.

Το παραμύθι θα έπρεπε να τελειώνει με τη φράση «και έζησαν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα». Αλλά όταν οι γύρω μας δεν ζουν καλά, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι κι εμείς θα μπορούμε να ζούμε ανεπηρέαστοι και ανεπηρέαστες. Η έμφυλη βία δεν είναι ο δράκος του παραμυθιού που τον εξουδετερώνει ο όμορφος πρίγκιπας στη σφαίρα της φαντασίας. Είναι μια κατάσταση της διπλανής πόρτας. Μια κραυγή που μπορεί να ακούσαμε και ένα βλέμμα που μπορεί να είδαμε και να στρέψαμε αλλού την προσοχή μας για «να ζήσουμε εμείς καλύτερα», όπως μας έλεγαν στα παραμύθια. Οποιαδήποτε ομοιότητα της παραπάνω περιγραφής με πρόσωπα και καταστάσεις είναι απολύτως εσκεμμένη. Για να πάψουμε να ωραιοποιούμε και ρομαντικοποιούμε τον ασφυκτικό έλεγχο και τις κακοποιητικές σχέσεις. Για να αναγνωρίζουμε τα σημάδια και να προσφέρουμε βοήθεια όσο είναι ακόμα νωρίς.

Το παραπάνω παραμύθι θα έχει καλό τέλος μόνο αν οι άνθρωποι, που δεν είναι μόνο κορίτσια και αγόρια, κάνουν σχέσεις ισότιμες επειδή το θέλουν και όχι για να συμπληρώσουν τα κουτάκια για να είσαι αποδεκτά μέλη της κοινωνίας. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να αλλάξει το αφήγημα με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Η επόμενη γενιά θα πρέπει να μεγαλώσει έχοντας στο επίκεντρο τις έννοιες της συναίνεσης, της ελευθερίας και της αποδοχής. Οτιδήποτε άλλο θα κάνει τον δράκο να φαίνεται πρίγκιπας και θα μετατρέπει την κακοποίηση σε μια κατάσταση που θα φαίνεται φυσιολογική και αναπόφευκτη, ενώ δεν είναι ούτε φυσιολογική ούτε αδύνατο να αποφευχθεί. Ούτε στο σπίτι ούτε στη δουλειά, λοιπόν, για να μεγαλώσουν οι επόμενες γενιές με τις ιστορίες και τα παραμύθια που θέλουν οι ίδιες να γράψουν.