Kλιματική κρίση: χρειαζόμαστε επείγουσα στήριξη προς τα ευάλωτα κράτη της πρώτης γραμμής

Harjeet Singh - Υπεύθυνος για θέματα κλιματικής αλλαγής στην ActionAid

Ατελέσφορες προς το παρόν οι συνομιλίες του ΟΗΕ για το κλίμα, στερώντας χρηματοδότηση από όσους παλεύουν με τις αυξανόμενες «ζημίες και απώλειες» λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας.

Τη στιγμή που ο υπερτυφώνας Γκόνι σφυροκοπούσε τις Φιλιππίνες στα τέλη του Οκτωβρίου, ο ακτιβιστής και πρώην διαπραγματευτής για το κλίμα Yeb Saño συνέκρινε την καταστροφική ισχύ του με αυτήν του τυφώνα Χαϊγιάν, που χτύπησε τη χώρα πριν από επτά χρόνια, γράφοντας στο Τουίτερ: «Η επείγουσα κατάσταση για το κλίμα παραμένει και προκαλεί χάος».

Η ισχυρότερη καταιγίδα του 2020, ο τυφώνας Γκόνι, σκότωσε πάνω από 20 ανθρώπους καθώς σάρωνε τη χώρα, καταστρέφοντας δεκάδες χιλιάδες σπίτια και τις υποδομές.

Έρχεται τη στιγμή που οι κοινωνίες αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις που επέφερε στην υγεία και την οικονομία η πανδημία του COVID-19 και λιγότερο από μια εβδομάδα μετά τον τυφώνα Μολάβε, που σκότωσε 22 ανθρώπους στις Φιλιππίνες.

Στο Βιετνάμ, ο Μολάβε προκάλεσε κι άλλους θανάτους και καταστροφές, σε μια χώρα που ήδη κλονιζόταν από τη χειρότερη περίοδο τροπικών καταιγίδων όλων των εποχών και έναν μήνα πρωτοφανών πλημμυρών και κατολισθήσεων.

Η ActionAid δουλεύει με εταίρους για να προετοιμάσει δράσεις έκτακτης βοήθειας και για τις δύο χώρες, εστιάζοντας στη στήριξη των κοινοτήτων που έχουν δεχθεί τα σφοδρότερα χτυπήματα από τις κλιματικές καταστροφές και τον COVID-19.

Οι Φιλιππίνες και το Βιετνάμ βρίσκονται ανάμεσα στις καλύτερα προετοιμασμένες χώρες για την περίοδο των τροπικών καταιγίδων, με αποτελεσματικά συστήματα προειδοποίησης και σχέδια εκκένωσης. Αλλά ακόμα και αυτές οι χώρες καταβάλλουν έντονες προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη ένταση και συχνότητα των φυσικών καταστροφών, καθώς και το ολέθριο κόστος ανθρώπινων ζωών. Εκτιμάται ότι μόνο ο Μολάβε θα κοστίσει στο Βιετνάμ 430 εκατομμύρια δολάρια σε οικονομικές απώλειες.

Μέλη της κοινότητας Νgangu, στη Ζιμπάμπουε προσπαθούν να σώσουν ό,τι μπορούν μετά το καταστροφικό πέρασμα του κυκλώνα Ιντάι.

Ωστόσο, η παγκόσμια κοινότητα συνεχίζει να απογοητεύει και να μη στηρίζει αυτές τις χώρες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης, ειδικά οι πλούσιες χώρες που κυρίως ευθύνονται για αυτήν την κρίση.

Έχουν περάσει σχεδόν 30 χρόνια από τότε που το Βανουάτου, μέλος της Συμμαχίας των Μικρών Νησιωτικών Κρατών (AOSIS), πρόβαλε αξιώσεις στις συνομιλίες του ΟΗΕ για το κλίμα, προκειμένου να αποζημιωθούν τα μικρά νησιωτικά κράτη για τις επιπτώσεις της ανόδου της στάθμης των θαλασσών.

Αφού ο τυφώνας Χαϊγιάν προκάλεσε τεράστιες καταστροφές στις Φιλιππίνες, ο Yeb Saño μαζί με άλλους ξεκίνησαν απεργία πείνας κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης για την κλιματική αλλαγή στα Ηνωμένα Έθνη, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την έλλειψη ουσιαστικών δράσεων για το κλίμα, και έκαναν έκκληση για στήριξη των χωρών που ήδη αντιμετώπιζαν τις σφοδρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την έντονη υποστήριξη στο πέρασμα των χρόνων από αναπτυσσόμενες χώρες και κοινωνικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της ActionAid, συνέβαλε στη δημιουργία του Διεθνούς Μηχανισμού της Βαρσοβίας για τις Απώλειες και τις Ζημίες (WIM) το 2013, επιφορτισμένου με τη στήριξη ευάλωτων χωρών, αυτών που ήδη γνωρίζουν σοβαρές επιπτώσεις από τα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Παράλληλα, ενόψει της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας, των πρωτοφανών ανεξέλεγκτων πυρκαγιών, των αυξανόμενης συχνότητας και σφοδρότητας των υπερκαταιγίδων, των πλημμυρών, της ανόδου της στάθμης των θαλασσών και της ξηρασίας, ο WIM συνεχίζει να πραγματοποιεί τεχνικές συναντήσεις που ισοδυναμούν με ασκήσεις επί χάρτου.

 Επιλογές Χρηματοδότησης

Οι πλούσιες χώρες συνεχίζουν να ασκούν τρομοκρατία στα μέλη της επιτροπής που εκπροσωπούν αναπτυσσόμενες χώρες, μπλοκάροντας την πορεία της οικονομικής στήριξης.

Στο μεταξύ, οι επιβιώσαντες της κλιματικής αλλαγής στις πιο ευάλωτες χώρες, αυτοί που έχουν συμβάλει ελάχιστα στην πρόκληση της κλιματικής κρίσης, έχουν εγκαταλειφθεί να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους.

Το WIM είναι επιφορτισμένο με την ενίσχυση της γνώσης σχετικά με την κλίμακα και τη φύση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, την ενίσχυση του διαλόγου και τον συντονισμό και ενίσχυση των δράσεων και τη στήριξη, συμπεριλαμβάνοντας τη σημαντικότατη χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση των απωλειών και των ζημιών που προκαλεί η παγκόσμια άνοδος της θερμοκρασίας.

Στις συνομιλίες για την κλιματική αλλαγή στη Μαδρίτη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ την προηγούμενη χρονιά, μετά από επτά χρόνια νωθρότητας, οι χώρες συμφώνησαν να δημιουργηθεί μια ομάδα εμπειρογνωμόνων για δράση και στήριξη. Αυτή η ομάδα τελικά συστάθηκε σε μια συνάντηση του WIM τον προηγούμενο μήνα.

Η ομάδα εμπειρογνωμόνων έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ξεκάθαρες χρηματοδοτικές λύσεις που θα δώσουν τη δυνατότητα στις πληγείσες κοινότητες να λάβουν αποζημιώσεις που δικαιούνται. Οι εκτιμήσεις είναι ότι μέχρι το 2030 το παγκόσμιο ετήσιο κόστος της αποζημίωσης των βλαβερών συνεπειών των καταστροφών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή – γνωστές ως «απώλειες και ζημίες» - θα φτάσει τουλάχιστον στα 300 δισεκατομμύρια δολάρια και θα αυξάνονται κατά περίπου 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο μέχρι το 2060.

Μια έκθεση της ActionAid το 2019 εξέτασε τις τρέχουσες επιλογές για την αγορά, το κράτος και καινοτόμους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς που θα είναι διαθέσιμοι, προκειμένου να καλυφθεί το ιλιγγιώδες κόστος των απωλειών και των ζημιών, εξετάζοντας την αποτελεσματικότητά τους έναντι βασικών αρχών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ανάλυση εντόπισε ξεκάθαρους νικητές, ανάμεσά τους μια εισφορά που θα επιβαρύνει τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων, προκειμένου να αποκατασταθεί το κόστος της απώλειας και της ζημίας και να χρηματοδοτούνται προγράμματα που θα προωθήσουν τη μετάβαση των κοινοτήτων στην πράσινη οικονομία. Έτσι επιρρίπτεται το βάρος σε αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την κλιματική αλλαγή, για να καλύψουν το κόστος των επιπτώσεών της και θα μπορούσε να συγκεντρωθεί έως και 1 τρισεκατομμύριο δολάρια τον χρόνο σε μια κλίμακα 40 δολαρίων ανά τόνο εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Η μετατόπιση της κρατικής επιχορήγησης από τα ορυκτά καύσιμα προς την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και τη χρηματοδότηση της μετάβασης σε μια παγκόσμια οικονομία που χρησιμοποιεί ελάχιστο άνθρακα θα μπορούσε να συγκεντρώσει 300 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, και να αυξηθεί μέχρι και σε 5,3 τρισεκατομμύρια δολάρια, όταν συμπεριλαμβάνονται και οι έμμεσες επιχορηγήσεις.

Καθώς φέτος συμπληρώνονται πέντε χρόνια από τη Συμφωνία του Παρισιού, οι πλούσιες χώρες πρέπει να δεσμευτούν να θεσπίσουν επειγόντως ένα ισχυρό σύστημα στήριξης των ευάλωτων κοινοτήτων και των χωρών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.

 

Λεζάντα Κεντρικής Φωτογραφίας: Kαταστροφικές πλημμύρες στην Κεράλα της Ινδίας το 2018