«Ποτέ να μην ξεχάσουμε τι ‘κάναν στην Ελένη…»

Μαρία Μουρτζάκη -Υπεύθυνη Έρευνας και Θεσμικής Πίεσης

Η ανάγνωση των ειδήσεων κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση ειδικά σε ό,τι αφορά στα ζητήματα των στερεοτύπων λόγω φύλου και της βίας κατά των γυναικών. Σε όλες τις έρευνες που διαβάζουμε κατά καιρούς σχετικά με το πώς αντιμετωπίζονται τα θύματα έμφυλης βίας, υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό: τα θύματα καταλήγουν να κατηγορούνται είτε ότι προκάλεσαν αυτό που τους συνέβη είτε ότι δεν προσπάθησαν αρκετά να το αποτρέψουν. Αυτό είναι ένα χτύπημα κάτω από τη μέση για κάθε άνθρωπο που έχει βρεθεί σε παρόμοια θέση, αλλά και για όποιον και όποια αισθάνεται τη σοβαρότητα της κάθε κατάστασης. Αυτό είναι πλήγμα για τον πολιτισμό μας. Αυτό δεν μπορεί να συνεχίζει να χαρακτηρίζεται ως υστερική υπερβολή. 

Όταν άνοιξαν ξανά τα δικαστήρια μετά την καραντίνα, η δίκη για τον βιασμό και τη γυναικοκτονία της Ελένης Τοπαλούδη συνεχίστηκε. H εισαγγελέας της έδρας, έκανε την αγόρευσή της συμπεριλαμβάνοντας στοιχεία που κάνουν κάθε δημοκρατικό πολίτη να ανησυχεί, όχι επειδή παρουσιάστηκαν συναισθηματικά, αλλά γιατί θίγουν σπουδαία ζητήματα που πολλοί παραβλέπουν. Οι ρόλοι του Εισαγγελέα, των Δικαστών, των συνηγόρων, των ενόρκων, του ακροατηρίου, των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των προσώπων που κατέχουν πολιτικές θέσεις περιγράφονται πολύ καθαρά στο Σύνταγμα και σε σειρά νόμων. Μάλιστα, είναι τόσο ξεκάθαροι που πρέπει να καταβάλλει κανείς μεγάλη προσπάθεια για να καταλάβει κάτι διαφορετικό. Αν είναι κάτι που μπερδεύει τα πράγματα είναι ότι έχουμε συνηθίσει να ζούμε σε ένα περιβάλλον που οι έννοιες έχουν χάσει το νόημά τους και βλέπουμε μόνο το άσπρο και το μαύρο.

Αυτό που πρέπει να μείνει από τη δίκη μέχρι τώρα, είναι ότι για πρώτη φορά έγινε σαφές πως κάθε γυναίκα έχει το δικαίωμα να πει όχι, ότι κανένα θύμα δεν τα ‘θελε και τα ‘παθε και ότι δεν μιλάμε απλώς για ανθρωποκτονία, αλλά για γυναικοκτονία, έγκλημα που πρέπει να προβλεφθεί νομικά και ξεχωριστά γιατί το κίνητρό του είναι διαφορετικό από τη γενική πρόβλεψη του άρθρου 299 του ποινικού κώδικα. Οι αντιδράσεις είναι λογικές και αναμενόμενες. Κανένας δε δέχεται εύκολα την αλλαγή που ανατρέπει τον τρόπο που σκέφτεται και ζει, ειδικά όταν η αλλαγή σχετίζεται με την κατοχή και την άσκηση δύναμης.

Προσπαθώντας να βάλω σε σειρά τις σκέψεις μου, συνειδητοποίησα τις πολλές ομοιότητες της υπόθεσης της Ελένης Τοπαλούδη με αυτήν του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Οι ομοιότητες αφορούσαν κυρίως στον τρόπο με τον οποίο οι κατηγορούμενοι έφτιαξαν σιγά σιγά τη γραμμή υπεράσπισής τους, αλλά και στο πόσο εκτέθηκαν προσωπικές πληροφορίες για τη ζωή της Ελένης και του Βαγγέλη χωρίς να χρειάζεται. Όλοι και όλες θυμόμαστε. Και επειδή ακριβώς η μνήμη είναι ένα από τα χαρακτηριστικά πάνω στα οποία οι κοινωνίες χτίζουν την ανθεκτικότητά τους, το να μην ξεχνάμε είναι κυρίως δημοκρατικό καθήκον και όχι πολυτέλεια, ειδικά όταν μιλάμε για τη δικαιοσύνη. Ποτέ να μην ξεχάσουμε τι ‘καναν στην Ελένη, λοιπόν…